Τρίτη 1 Απριλίου 2014

ΑΘΑΝΑΤΕΣ



 Μια μάνα τέθκιον ήρωαν εν προσβολή να κλάψει
Χαλάλιν της πατρίδας μου το φως μου, η ζωή μου

Τζι αφού ένε παραδόθηκεν ας έσιη την ευτζιή μου.
(Λόγια της μητέρας του Γρηγόρη Αυξεντίου στην κηδεία του)

Η EΠITYXIA του Aπελευθερωτικού Αγώνα στηρίχτηκε στον ανταρτοπόλεμο που «απαιτεί κυρίως μυστικότητα, ευελιξία, πανουργίαν, δόλον και ευψυχίαν» (Απομνημονεύματα σ. VI).

Η Γυναίκα αποδείχθηκε να διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά που στήριξαν αυτήν την επιτυχία: ποτέ δεν πρόδωσε, γεγονός που αναφέρει με θαυμασμό ο στρατηγός Διγενής, λέγοντας ότι «δεν υπήρξε γυναίκα καταδότης», αποδεικνύοντας έτσι ότι ήξερε να κινείται με μυστικότητα, φίλευε τους Aγγλους στρατιώτες που περιπολούσαν έξω από το σπίτι της με φρούτα από το δενδρόκηπό της για να μην τους αφήσει να μπουν στο σπίτι όπου έκρυβε το κρησφύγετο του αντάρτη, χρησιμοποιώντας πανουργία και δόλο και μένοντας ελεύθερη μέσα στα κρατητήρια, όπου βασανίστηκε απάνθρωπα, χωρίς κλάμα στο άκουσμα του θανάτου του παιδιού της, δείχνοντας ότι είχε το σθένος και την ευψυχία που στήριξαν τον αγώνα.

Δεν υστέρησαν σε τόλμη
Η προσφορά της γυναίκας στον αγώνα έχει ήδη αποτιμηθεί από τον αρχηγό Διγενή στα Απομνημονεύματά του και στο Χρονικόν με τρόπο πια αδιαμφισβήτητο. Γράφει στα Απομνημονεύματά του αποτιμώντας τη συμβολή της γυναίκας: «Η Ελληνίς Κύπρια εφάνη αξία των ωραιοτέρων ελληνικών παραδόσεων» (σ. 227). «Εις πολύ εμπιστευτικάς αποστολάς εχρησιμοποίουν το γυναικείον φύλον» (σ. 226). «Oταν ομιλώ περί νεολαίας περιλαμβάνω τόσον τους νέους, όσον και τας νεάνιδας. Αι νεάνιδες της Κύπρου όχι μόνον δεν υστέρησαν εις τόλμην και αυτοθυσίαν, αλλά και εφάνησαν πραγματικαί Σπαρτιάτισσες, Σουλιώτισσες και Μεσολογγίτισσες» (σ. 40). Στο Χρονικόν Αγώνος ΕΟΚΑ, ο στρατηγός Γρίβας Διγενής αναφέρει: «Η συμβολή της Ελληνίδας Κυπρίας εις τον Aπελευθερωτικόν Aγώνα υπήρξε εξόχως σημαντική. Με βαθείαν συγκίνησιν αναλογίζομαι την πολύτιμον συνεισφοράν της εις τον αγώνα. Με παραδειγματικήν αυταπάρνησιν ανέλαβε και εξετέλεσε κατά τρόπον αξιοθαύμαστον πάσαν αποστολήν, μη ορρωδήσασα προ ουδενός κινδύνου. 

Oλαι αι Eλληνίδες των πόλεων και των χωριών της Κύπρου δεν υστέρησαν ουδενός εις πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας. Και εις αυτόν τον ένοπλον αγώνα έλαβον αύται μέρος» (σ. 59). Ο πολιτικός αρχηγός του Αγώνα Αρχιεπίσκοπος Μακάριος αναφέρεται με τον ίδιο θαυμασμό στην προσφορά της Γυναίκας στον Αγώνα.

Σταματώντας σήμερα, πενήντα χρόνια μετά την έναρξη της ενδοξότερης σελίδας στην ιστορία του Ελληνισμού της Κύπρου χρειάζεται μια διαφορετική ανάλυση της προσφοράς της Γυναίκας, που θα ξεφεύγει από την καταγραφή των γεγονότων και την εξύμνηση του μεγαλείου της – άλλωστε ο υμνητικός λόγος είναι πάντα ανεπαρκής για να αναπαραστήσει το μεγαλείο των πράξεων και την επιμέτρηση των ψυχικών αποθεμάτων. Χρειάζεται μια ανάλυση της ίδιας της βιογραφίας και του λόγου της Γυναίκας κατά τη διάρκεια του Αγώνα για να επισημανθούν οι παράγοντες που δεν επέτρεψαν στην ψυχή να εκπέσει, αλλά αντίθετα να θεριέψει κα να εκφράσει ό,τι αγνότερο συνέχει τον Ελληνισμό.


Kοινωνική θέση
Η Γυναίκα του ’50 ζει στην κλειστή αγροτική κοινωνία της Κύπρου, σε μια οικονομία που χαρακτηρίζεται από τους Aγγλους αξιοθρήνητη, με κύρια ασχολία το σπίτι, τα χωράφια και τις μικρές βιοτεχνίες, με μόρφωση κατά κανόνα τη Δημοτική Εκπαίδευση, με νέες που φοιτούν σε μικρό ποσοστό στα Γυμνάσια (4.036 το 1952 κορίτσια σε σχέση με 10.321 αγόρια) και πολύ λίγες περιπτώσεις γυναικών με Ανώτατη Εκπαίδευση. Hδη ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε αποτρέψει ακόμη περισσότερο τη φοίτηση γυναικών στην ανώτατη εκπαίδευση μια και ένα τέτοιο εγχείρημα είχε ως προϋπόθεση τη φοίτηση εκτός Κύπρου. Εκπαιδευτική έρευνα του 1946, παρουσιάζει το 46% των Κυπρίων να είναι οργανικά αναλφάβητοι με το μεγαλύτερο ποσοστό να ανήκει στις γυναίκες.


Στην ανάπτυξη της Ελληνίδας γυναίκας της Κύπρου αδιαμφισβήτητο ηγετικό ρόλο είχε η Εθναρχούσα Εκκλησία της Κύπρου, με τη διατήρηση της συνοχής του φρονήματος όλων των ηλικιών μέσα κυρίως από τις εκκλησίες και τα σχολεία και στη συνέχεια, μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με την ίδρυση της ΟΧΕΝ (Ορθόδοξος Χριστιανική Eνωσις Νέων/ Νεανίδων), η οποία κατά τη διάρκεια του αγώνα αριθμούσε περίπου 20.000 μέλη. Στόχος ήταν η μεταλαμπάδευση στις ψυχές των νέων, αγοριών και κοριτσιών, της πίστης στην πατρίδα, την ελληνοχριστιανική παράδοση και του πόθου για διατήρηση του ελληνικής ψυχής της Κύπρου.


Ακόμη, η Ελληνίδα της Κύπρου, είχε βιώσει τα Οκτωβριανά (1931) και διαδήλωσε με κάθε τρόπο την αντίθεσή της στη συνεχιζόμενη αγγλική κατοχή. Eζησε τη ματαίωση των αποτελεσμάτων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η συμμετοχή σ’ αυτόν του πατέρα, αδερφού και παιδιού της δεν έδωσε το αναμενόμενο αντάλλαγμα. Συμμετείχε ακόμη στο Ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950 ως μέρος του 96,5% του λαού που εξέφρασε τη θέλησή του για Eνωση με την Ελλάδα με αδιάψευστη μαρτυρία τις υπογραφές της. Δεν ήταν επομένως απροετοίμαστη για το μεγάλο αγώνα και δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι οι μάνες με την έναρξη του αγώνα προέτρεπαν τα παιδιά τους να ενταχθούν σ’ αυτόν. Αυτό που συνείχε την οικογένεια ήταν η διαφορετικότητα από τους «ξένους», τους κατακτητές, των οποίων τις ενέργειες έβλεπαν πάντα με καχυποψία.


Eτοιμες για τον αγώνα
Οι πιο πάνω, μερικές μόνο επισημάνσεις, σκοπό έχουν να δείξουν ότι η Ελληνίδα γυναίκα του αγώνα δεν αναμενόταν να είναι άλλη από αυτή που πραγματικά υπήρξε: έτοιμη ψυχικά για τον αγώνα, αφοσιωμένη στον σκοπό της Eνωσης, αδιαφοροποίητη από τον Eλληνα αγωνιστή ως το άλλο μισό του πληθυσμού που αξίωσε την Eνωση με την Ελλάδα, με ομοψυχία σε όλες τις ηλικίες, συνεκτικός κρίκος της οικογένειας και της κοινωνίας.



Η μικρή Μύρια, νήπιο ακόμη, την οποία αναφέρει στα Απομνημονεύματά του ο Διγενής ως τον καλύτερο φρουρό, μια και κάθε φορά που έβλεπε Aγγλο στρατιώτη φώναζε εναντίον του, οι μικρές μαθήτριες με την μπλε ποδιά και την αλατζιά που κουβαλούσαν όπλα, πέτρες και αλληλογραφία κάτω από τις ποδιές τους, οι γυναίκες που ύφαναν 5.317 πήχεις αλατζιάς για να υλοποιήσουν την παθητική αντίσταση και το μποϊκοτάζ των αγγλικών προϊόντων, οι κρατούμενες νέες με την ελεύθερη ψυχή που έραβαν κρυφά ελληνικές σημαίες και υπέμεναν τα βασανιστήρια, οι αγωνίστριες γυναίκες με όπλα και χειροβομβίδες που συγκρούονταν με τον βρετανικό στρατό, για να διευκολύνουν τη διαφυγή των ανταρτών, οι γυναίκες της ΠΕΚΑ, της ΑΝΕ και της ΟΧΕΝ που πολυγραφούσαν φυλλάδια, αναρτούσαν πανό, διαδήλωναν, προμήθευαν τους αντάρτες με τρόφιμα και ρούχα, και έριχναν βόμβες, οι Σύνδεσμοι και οι ομάδες κρούσεως, οι γυναίκες που κράτησαν τη μάχη των σημαιών και των συνθημάτων, οι δασκάλες και καθηγήτριες στα σχολεία και στο κρυφό σχολειό, οι οικοκυρές που μετέτρεψαν τα σπίτια τους σε κρησφύγετα και δεν έκλαψαν στα συντρίμμια τους μετά την ανατίναξή τους από τους Aγγλους, η τομεάρχης γυναίκα του αγώνα, και οι εκατοντάδες μάνες, γυναίκες και αρραβωνιαστικιές που ενθάρρυναν τους αγωνιστές στον αγώνα της λευτεριάς δεν ήλθαν από το πουθενά: ήταν ψυχές χαλυβδωμένες από την Ιστορία του τόπου και παρουσίες που τις ύφανε από γενιά σε γενιά η προσήλωση στον σκοπό της ζωής που δεν ήταν άλλος από τη θυσία για τη λευτεριά, την Eνωση, την Ελλάδα.

Mαρτυρίες
Αφηγείται η Σοφούλα Μιχαηλίδου, μαρτυρώντας τα βασανιστήρια γυναικών: «Συνελήφθην την 21/12/1956… Εκεί με παρέλαβε ο περιβόητος ανακριτής Λητς, όστις άρχισε να με κτυπά με σιδηρά ράβδο στο κεφάλι… μετά οι Aγγλοι ετοποθέτησαν την κεφαλήν μου εντός κενού τενεκέ όστις ανέδιδε τρομεράν δυσωδίαν και άρχισαν να με κτυπούν… Αντέδρασα με όλη μου την δύναμιν και αυτοί ξέσχισαν τα ενδύματά μου» (Χρονικόν, σ. 100).
Η Αρίστη Ρωσσίδου αφηγείται περιγράφοντας τη σύμπνοια της οικογένειας στον Αγώνα: «Eμυήθην Νοέμβριον 1954, εις ηλικίαν 17 ετών. Με υπερηφάνειαν αναφέρω ότι στο σπίτι μου κατασκευάσθησαν οι πρώτες βόμβες της 1/4/1955… Αντιμετώπισα πολλούς κινδύνους, ανακρίσεις, έρευνες και δίκες. Εις μίαν και μόνον περίπτωσιν Aγγλος αξιωματικός με ανέκρινε εις την οικίαν μου ενώπιον των γονέων μου επί πέντε ολοκλήρους ώρας. Σημειωτέον ότι η οικία μου ηρευνάτο πέντε και έξι φοράς τον μήνα υπό Aγγλων και επικουρικών. Και η μητέρα μου, Ελένη Ρωσσίδου, παρ’ όλην την πίκραν που εδοκίμασε, εκ της θανατικής καταδίκης, του αδελφού μου, παρά την ηλικίαν της (56 ετών), δεν παρέλειψε ούτε στιγμήν να προσφέρει υπηρεσίας εις τον Αγώνα… πηγαινοερχομένη στας διαφόρους πόλεις, μεταφέρουσα τα επείγοντα υλικά, φυλλάδια και άλλα εμπιστευτικής φύσεως έγγραφα» (Χρονικόν, σ. 375-76).
Ο λόγος τους μνημείο της ψυχής τους και σ’ αυτόν χρειάζεται να σπουδάσουν οι επόμενες γενιές: «Δε θα παραδιδόταν ποτέ ο Γρηγόρης. Μια και το ζήτησε η πατρίδα δεν μπορούσε παρά να την υπηρετήσει. Δεν μπορούσε παρά να την ελευθερώσει ή να πεθάνει. Είμαι περήφανη για τη θυσία του…», θα πει η αρραβωνιαστικιά του υπαρχηγού της ΕΟΚΑ (σελίδες, 136). Η μάνα του Ανδρέα Δημητρίου, όταν τον αποχαιρετά για τελευταία φορά πριν απαγχονιστεί το 1956 θεμελιώνει με τα λόγια της τη συνέχιση του αγώνα: «Στην ευχή μου, γιε μου. Πρόσεχε να έχεις θάρρος ώς το τέλος. Καλύτερα ο θάνατος παρά προδότης». Μπροστά στο νεκρό σώμα του αγωνιστή Πετράκη Κυπριανού η μάνα του θα δείξει πώς γεννιούνται οι ήρωες, λέγοντας «Eτσι σε ήθελα, γιε μου, νάρτεις ήρωας» και η μάνα του Παλληκαρίδη, όταν έμαθε ότι ζητούσαν από τον γιο της να καταδώσει για να τον αφήσουν ελεύθερο είπε: «Εγιώ εν εγέννησα παιδί, που να γενεί προδότης. Χαλάλι της πατρίδας μου το γαίμα του παιδκιού μου».


Η Γυναίκα της Κύπρου έζησε, έδρασε και απέθανε ως Ελληνίδα που μάχεται για Λευτεριά, συνώνυμη στα χρόνια του Αγώνα με την Eνωση της Κύπρου με την Ελλάδα.


MAIPH IΩANNIΔOY-KOYTΣEΛINH
Αναπλ. Καθηγήτρια Τμήμα Επιστημών της Αγωγής
Πανεπιστημίου Κύπρου

Bιβλιογραφία:
- Στρατηγού Γεώργιου Γρίβα-Διγενή, Απομνημονεύματα Αγώνος ΕΟΚΑ, 1955-1959, Αθήναι 1962.
- Γεώργιου Γρίβα-Διγενή, Χρονικόν Αγώνος ΕΟΚΑ, 1955-1959, Λευκωσία, 1972.
- Μαρούλας Βιολάρη-Ιακωβίδου, Σελίδες του Απελευθερωτικού μας Αγώνα, Λευκωσία: ΕΠΟΚ, 1992.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου